Νεκρές Λευκές Φάλαινες: από τη Λεβιαθανολογία στην Υποκειμενολογία και αντιστρόφως

Του Marshall Sahlins

Η αντίθεση ανάμεσα στον Άνθρωπο και το Άστυ, ανάμεσα στο ιδιωτικό συμφέρον και το συμφέρον της πόλεως, κάνει ήδη την εμφάνισή της στα κλασικά κείμενα: σε αρκετούς διαλόγους του Πλάτωνα και σε πολλά αποσπάσματα του Θουκυδίδη. Στο Θουκυδίδη, η αντίθεση θεμελιώνεται κυρίως σε μια εγωιστική ανθρώπινη φύση που καθοδηγείται από επιθυμίες για δόξα και κέρδος. Ο απλοϊκός κοινωνιολογικός δυισμός αυτής της αντιπαράθεσης ατόμου και κοινωνίας, η ιδέα μιας διάφανης και αμεσολάβητης σχέσης μεταξύ τους, έμελλε επίσης να έχει λαμπρή ιστορική σταδιοδρομία. Τα άτομα ως μερικό και η κοινωνία ως γενικό αλληλοσυγκρούονται σ’ έναν άδειο κοινωνικό χώρο, λες και δεν υπάρχουν θεσμοί, αξίες και σχέσεις ποικίλου χαραχτήρα που ταυτόχρονα συνδέουν και διαφοροποιούν τους ανθρώπους. Αυτή η πανάρχαια απλότητα εξακολουθεί να εμφανίζεται και στις πιο πρόσφατες και προωθημένες έννοιες περί κοινωνικού εξαναγκασμού, όπως η αλτουσεριανή «επίκληση» [interpellation] ή η φουκοϊκή «δύναμη». Είναι αλήθεια ότι μιλούν για μεσολαβητικές δομές, αλλά μόνο για να τους αποδώσουν σαν μοναδική λειτουργία τη μεταβίβαση της ευρύτερης τάξης της κοινωνίας στα σώματα των ατόμων.
Στο δρόμο προς τη νεωτερικότητα, καθώς περνούσε από τον πρώιμο χριστιανισμό, ο κλασικός δυισμός ατόμου-κοινωνίας απορρόφησε μια βαριά ηθική φόρτιση, κάνοντας τη σύγκρουση σχεδόν ασυμφιλίωτη. Ο Περικλής μπορούσε να υποστηρίζει εύλογα ότι τα άτομα θα πετύχαιναν καλύτερα την ευτυχία τους αν υποτάσσονταν στο κοινό καλό. Στη χριστιανική εκδοχή, ωστόσο, η γήινη πολιτεία δεν ήταν πια Αθήνα αλλά η κατοικία εγγενώς αμαρτωλών ανθρώπων – από εδώ προέρχεται η απόλυτα θετική αποτίμηση της κοινωνίας σαν προνοιακού οργάνου καταστολής. Για τον Αυγουστίνο, ο κοινωνικός έλεγχος των ανυπόταχτων σωμάτων –τόσο του παιδιού απ’ τον πατέρα, όσο και του πολίτη από το κράτος– ήταν μια αναγκαία συνθήκη της ανθρώπινης επιβίωσης στο φθαρτό κόσμο των αδαμικών ηδονιστών. Για μια μυθικο-φιλοσοφική μετάφραση του προηγούμενου, βλέπε Χομπς. Για μια νεωτερική κοινωνιολογική εκδοχή, βλέπε Ντυρκέμ. Ο άνθρωπος είναι διπλός, έλεγε ο Ντυρκέμ, διπλός και διχασμένος: αποτελείται από έναν ηθικό και διανοητικό εαυτό, ο οποίος απορρέει από την κοινωνία και πασκίζει να χαλιναγωγήσει έναν εγωκεντρικό και αισθησιακό εαυτό που είναι στην ουσία προανθρώπινος. Αλλά ο Ντυρκέμ δεν είναι πραγματικά νεωτερικός. Η ιδέα ότι ο άνθρωπος είναι μισός άγγελος και μισός κτήνος είναι αρχαϊκή.
Νεωτερική είναι η πιο ιμπεριαλιστική φιλοσοφία που επιχειρεί να εγκλείσει τη μία πλευρά του αρχαίου δυισμού μέσα στην άλλη: υποτάσσοντας το άτομο στην κοινωνία ή, αλλιώς, υποτάσσοντας την κοινωνία στο άτομο, έτσι ώστε τελικά μόνο το ένα μέρος του δίπολου να έχει ανεξάρτητη ύπαρξη. Είτε λοιπόν η κοινωνία δεν είναι τίποτα άλλο από το σύνολο των σχέσεων μεταξύ επιχειρηματικών ατόμων, όπως το έθεσαν ο Τζέρεμυ Μπένθαμ και η Μάργκαρετ Θάτσερ, είτε τα άτομα δεν είναι τίποτα άλλο από προσωποποιήσεις της ευρύτερης κοινωνικής και πολιτισμικής τάξης, όπως συμβαίνει σε μερικές προοδευτικές θεωρίες περί της κατασκευής της υποκειμενικότητας από τη δύναμη, που καταλήγουν στο θάνατο του υποκειμένου. Η ανάπτυξη του καπιταλισμού και οι δυσαρέσκειες που προκαλούσε έδωσαν στον παλιό ανθρωπολογικό δυισμό μια άλλη τροπή, ειδικότερα πολιτική και από μερικές απόψεις διαλεχτική. Η Δεξιά και η Αριστερά αλληλοσπρώχνονται σε συμπληρωματικά και ακραία επιχειρήματα ατομικού και πολιτισμικού ντετερμινισμού. Στα Δεξιά, η θεωρία της ορθολογικής επιλογής και άλλα παρακλάδια του Ριζικού Ατομισμού, που νιώθει πάντα πολύ ικανοποιημένος όταν διαλύει τις κοινωνικές ολότητες και τις ανάγει στα σχέδια ενός αυτο-διαπλασσόμενου ατόμου. Στα Αριστερά, οι έννοιες του πολιτισμικού υπεροργανισμού και άλλα είδη Λεβιαθανολογίας: δρακόντιες ιδέες περί αυτόνομων πολιτισμικών βεεμώθ που έχουν τη δύναμη να προσαρμόζουν τα ατομικά υποκείμενα στους δικούς τους σκοπούς.
Ο Ριζικός Ατομισμός είναι η καθημερινή αυτοσυνείδηση της αστικής κοινωνίας, η Λεβιαθανολογία είναι ο περιοδικά επανερχόμενος εφιάλτης της. Καθώς υποστηρίζει ότι οι αξίες που στην πραγματικότητα πηγάζουν από την κοινωνία είναι, όπως τα μέσα και οι στόχοι της ωφελιμιστικής δράσης, κατηγορούμενα του υποκειμένου, ο Ριζικός Ατομισμός καταργεί το κοινωνικό και το πολιτισμικό ως τέτοιο – οντολογικά, όπως λέει ο Λουί Ντυμόν. Αντίστροφα, η Λεβιαθανολογία ξεμπερδεύει με το υποκείμενο ως τέτοιο, αφού αυτό προσωποποιεί απλώς τις κατηγορίες της κοινωνικής-πολιτισμικής ολότητας, ενώ οι πράξεις του ακολουθούν τους ανεξάρτητους νόμους της κίνησης της. Η διαβόητη φιλελεύθερη ιδεολογία του Αόρατου Χεριού περικλείει ήδη τούτες τις αντιθετικές ανθρωπολογίες, καθώς και οι δύο υποκλίνονται μπροστά στον τρομερό και αντικειμενικό κοινωνικό μηχανισμό που μεταμορφώνει μυστηριωδώς το καλό για τον εαυτό τους που κάνουν οι άνθρωποι σε ευημερία του έθνους. Άρα, το laisser-faire περιέχει την άρνησή του. Κι αν οι Άνταμ Σμιθ & Σία υποστήριξαν την ελευθερία των ατόμων που ικανοποιεί τη φυσική τάση τους προς τη δοσοληψία και τη συναλλαγή, με το επιχείρημα ότι έτσι προκύπτει αυτόματα το κοινό καλό, η κριτική του καπιταλισμού απάντησε καθιστώντας ορατή αυτή την αυθύπαρκτη Μεγάλη Κολοκύθα που έχει τη δύναμη να περικλείει και να υποτάσσει τη συμπεριφορά των ατόμων με τρόπους που είναι πέρα από την εξουσία και τον έλεγχό τους. Λέει ο Μαρξ, στον πρόλογο του Κεφαλαίου:
«Εδώ, ασχολούμαστε με τα άτομα μόνο στο βαθμό που είναι προσωποποιήσεις οικονομικών κατηγοριών, ενσαρκώσεις ιδιαίτερων ταξικών σχέσεων και συμφερόντων. Η οπτική μου γωνία, από την οποία η εξέλιξη του οικονομικού σχηματισμού της κοινωνίας αντικρύζεται σαν ένα προτσέσο φυσικής ιστορίας, μπορεί λιγότερο από κάθε άλλη να θεωρήσει το άτομο υπεύθυνο για τις σχέσεις των οποίων αποτελεί το δημιούργημα, όσο κι αν το άτομο ενδέχεται να υψωθεί πάνω από αυτές τις σχέσεις υποκειμενικά.»

Στο πρώτο κομμάτι του 20ού αιώνα, η «υπεροργανική» Ανθρωπολογία των Κρέμπερ και Γουάιτ οραματιζόταν όντως ένα μεγάλο πολιτισμικό κήτος, που στο διάβα του είχε κατά κάποιο τρόπο παγιδεύσει τους ανθρώπους στην κοιλιά του. «Ιδού τώρα ο Βεεμώθ [...] είναι βασιλεύς επί πάντας τους υιούς της υπερηφανίας». Από εδώ πηγάζει εκείνη η δυσοίωνη έννοια περί κουλτούρας που τη θεωρεί έναν αυταρχικό προκαθορισμό της διαγωγής: ιδιαίτερα της αυτοκαταστροφικής διαγωγής, όπως στην επονομαζόμενη κουλτούρα της ανέχειας ή στην «παραδοσιακή κουλτούρα» που δεν αφήνει τους «υπανάπτυκτους λαούς» να γίνουν ευτυχισμένοι σαν κι εμάς. Αλλά ακόμα και οι προωθημένες λεβιαθανολογικές θεωρίες του Αλτουσέρ και του Φουκό διατηρούν τα γνωρίσματα του τρομακτικού προγόνου, χρησιμοποιώντας μια διαπεραστική έννοια καταπίεσης χωρίς αντίφαση για να κατασκευάσουν μια υποκειμενικότητα χωρίς δράση.
Ιδιαίτερα ο Φουκό. Η πιο ολέθρια μετουσίωση εκείνου του παλιού αγίου πνεύματος, του Αόρατου Χεριού, σε μια κουλτούρα που ελέγχει τα πάντα, έμελλε να είναι η φουκοϊκή παντοκρατορική θέαση της δύναμης. Εδώ, η δύναμη είναι ακαταμάχητη και πανταχού παρούσα, δύναμη εκπέμπεται από παντού και εισβάλλει στον καθένα, γεμίζει και ξεχειλίζει τα καθημερινά πράγματα, τις σχέσεις και τους θεσμούς της ανθρώπινης ύπαρξης, εισχωρεί στα σώματα, στις αντιλήψεις, στις γνώσεις και τις διαθέσεις των ανθρώπων. Το θεωρητικό αποτέλεσμα αυτής της θέασης, όπως συμφωνούν πολλοί κριτικοί, δεν είναι απλώς «μια υπερεκτίμηση της αποτελεσματικότητας της πειθαρχικής δύναμης», αλλά μια «ελλειπής κατανόηση του ατόμου, που δεν μπορεί να εξηγήσει εμπειρίες που βρίσκονται έξω από το βασίλειο του “πειθήνιου” σώματος» (Λ. ΜακΝέι). Ο Φουκό, ορθά, αρνείται ότι είναι στρουκτουραλιστής, αφού το μόνο που απέμεινε από το στρουκτουραλισμό στην προβληματική του είναι το γεγονός ότι αποφεύγει να δει την ανθρώπινη δράση. Η θέση του είναι πράγματι «μεταστρουκτουραλιστική», στο βαθμό που διαλύει τις δομές –οικογένειες, σχολεία, νοσοκομεία, φιλανθρωπίες, τεχνολογίες, κλπ.– στις εργαλειακές τους ενέργειες πειθαρχίας και ελέγχου. Πρόκειται για το κλασικό λουτρό σε οξύ της φονξιοναλιστικής σοφίας, που περιορίζει την πραγματική υπόσταση ενός θεσμού σε εικαζόμενους σκοπούς και συνέπειες. Κλασική επίσης είναι και η δραστική επίλυση του απλού δυισμού κοινωνίας-ατόμου. Πράγματι, όλα τελειώνουν με την επιστροφή του καταπιεσμένου ατόμου – Υποκειμενολογία.
Γιατί, με αυτή την αναγωγή των πολιτισμικών τάξεων σε ενέργειες καθυπόταξης, το μόνο πράγμα που μένει όρθιο, το μοναδικό που ουσιαστικά απομένει στην ανάλυση, είναι το υποκείμενο στο οποίο αυτές οι ολότητες είχαν παρεμβληθεί [interpolated] – ή το υποκείμενο που είχε «κληθεί» [interpellated] με αυτό τον τρόπο. Το αποτέλεσμα είναι όντως ειρωνικό, αφού το αρχικό σχέδιο της Λεβιαθανολογίας, στο μέτρο που ερχόταν σε αντίθεση με το Ριζικό Ατομισμό, ήταν να υποδείξει τη μηδαμινότητα του ατομικού υποκειμένου. Αλλά στην κατάληξη, αφού όλες οι δομές εξαλείφθηκαν καθεαυτές προς όφελος των εργαλειακών ενεργειών τους, μόνο στο υποκείμενο απόμειναν κάποια γνωρίσματα δράσης ή αποτελεσματικότητας. Προκύπτει η επιστροφή της ίδιας εκείνης μεταφυσικής του υποκειμένου, την οποία η ανάλυση σκόπευε να απορρίψει. Ξαφνικά, οι σελίδες όλων των ενημερωμένων επιστημονικών περιοδικών γέμισαν με υποκείμενα, υποκειμενικότητες και εαυτούς, δηλ. με μια Ανθρωπολογία σε μορφή αλληγορίας, που αφηγείται ιστορίες για πολιτισμικές μορφές και δυνάμεις με όρους αφηρημένων συλλογικών προσώπων. Στη θέση των δομών εμφανίζεται ένας ολόκληρος θίασος: αστικά υποκείμενα, εθνικά υποκείμενα, μεταμοντέρνα υποκείμενα, ύστερα καπιταλιστικά υποκείμενα, αποικιακά υποκείμενα, μετα-αποικιακά υποκείμενα, μετα-αποικιακά αφρικάνικα υποκείμενα, χωρίς να ξεχνάμε «το εύκολα αναγνωρίσιμο πληγωμένο υποκείμενο του σύγχρονου φιλελεύθερου κράτους». Μετά έρχονται οι καρτεσιανοί εαυτοί και οι μελανησιανοί εαυτοί, οι νεοφιλελεύθεροι εαυτοί και οι υποδεέστεροι εαυτοί, κι από κοντά ένα ολόκληρο πλήθος από υποκειμενικότητες: παγκοσμιοποιημένες, υβριδοποιημένες, κρεολοποιημένες, εκσυγχρονισμένες, εμπορευματοποιημένες και άλλως-πως-ποιημένες. Τι θαυμαστός νέος κόσμος που κατοικείται από ένα τέτοιο λαό! Όπως οι αρχαίες μυθολογίες παρίσταιναν κοσμικές δυνάμεις κάτω από ανθρωπόμορφα προσωπεία, έτσι και στις σελίδες των ακαδημαϊκών περιοδικών αυτές οι αφηρημένες προσωποποιήσεις των πολιτισμικών μακροκόσμων βαδίζουν τώρα καμαρωτά και κορδώνονται πάνω στο σανίδι, κάνοντας... μα τι ακριβώς κάνουν;
Αν όχι τίποτα απολύτως, πάντως όχι και τόσο πολλά, φαίνεται. Περιστασιακά εμφανίζονται πομπώδεις αξιώσεις: όπως αυτές που προβάλλει ένα κάποιο «ύστερο σοσιαλιστικό υποκείμενο», το οποίο, σύμφωνα μ’ ένα άρθρο στο Public Culture ήταν η «πηγή» και η «εσωτερική λογική» της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης. Ή αλλόκοτες επαγγελίες, όπως εκείνες ορισμένων ακόλουθων της «προοδευτικής κοινωνικής θεωρίας» σχετικά «με το στάτους και τη διαμόρφωση του υποκειμένου, τις συνέπειες μιας θεωρίας του υποκειμένου για μια θεωρία της δημοκρατίας». Αλλά είναι δύσκολο να δούμε πώς η τόση έγνοια για το υποκείμενο θα μας αποζημιώσει για τους ιστορικούς σχηματισμούς και δυναμικές που εξαφανίστηκαν, αφού ανθρωπομορφοποιήθηκαν μ’ αυτόν τον τρόπο. Το μόνο που μας δίνεται είναι μετα-αποικιακά υποκείμενα που αντιστέκονται (αλλά με ποιο συγκεκριμένο τρόπο;), αποικιακά υποκείμενα που πειθαρχούνται ή καταπιέζονται (και πάλι, με ποιο τρόπο;), αστικά υποκείμενα που είναι αλλοτριωμένα ή πληγωμένα (όπως εσείς κι εγώ;) ή αλλιώς εμπορευματοποιούν (τι;) ή καταναλώνουν (τι;), εθνικά υποκείμενα που ταυτίζονται (με τι;), και άλλες τέτοιες ταυτολογικές υπάρξεις. Αν επιδιώκουμε πραγματικά μια πολιτισμική ή ιστορική ανάλυση, χρειάζεται να επιστρέψουμε στις δομικές συνθήκες που χάθηκαν κατά τη μετάφραση σε υποκειμενικούς όρους.
Ούτε η τελετουργική επίκληση «πολλαπλών υποκειμενικών θέσεων» θα μας ωφελήσει και πολύ. Είτε η πολλαπλότητα ανάγεται σε καθαρό ατομισμό, αφού εξ ορισμού υπάρχουν τόσες υποκειμενικές θέσεις όσα και άτομα, είτε πρόκειται για μια γενικευμένη αναπαραγωγή της Λεβιαθανολογίας, όπου δημιουργείται ένα κοπάδι φάλαινες, μια κοινότητα από υποστασιοποιημένα, συλλογικά πρόσωπα στη θέση του ενός και μοναδικού γιγάντιου τέρατος. Από την άλλη πλευρά, η Λεβιαθανολογία καταλήγει στην ταυτολογία με την οποία ξεκινάει ο Ριζικός Ατομισμός: ένα αφηρημένο και ιδεατό υποκείμενο που κατέχει όλο το βασίλειο των κοινωνικών σκοπών με τη μορφή των δικών του ιδιωτικών σκοπών. Στο γενικότερο θεωρητικό επίπεδο, όλα τα αμαρτήματα που υποτίθεται ότι βαραίνουν την έννοια της κουλτούρας –υποστασιοποίηση, ολιστική οπτική και πάει λέγοντας– φορτώθηκαν στην καμπούρα τούτου του ταλαίπωρου κορόιδου.


Πρωτότυπο: Marshall Sahlins, Waiting for Foucault, still, Prickly Paradigm Press, 2002, σσ. 63-70.
Στο διαδίκτυο (αγγλ.): www.prickly-paradigm.com/paradigm1.pdf

Μετάφραση:
Νίκος Κούρκουλος



ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου